Προχώρησε ένα βήμα και μετά δίστασε. Η Μηχανή δεν είχε ποτέ δοκιμαστεί στην πράξη και αισθανόταν άγχος. Ωστόσο αυτή ήταν η μοναδική ευκαιρία που είχαν πριν το Πεντάγωνο την πάρει στα χέρια του σε λίγες ώρες. Μια χρονομηχανή ήταν το όνειρο κάθε υπερδύναμης και αυτοί φαίνεται να το είχαν εκπληρώσει. Πριν όμως έρθουν οι στρατηγοί να παραλάβουν το απόκτημα τους, ήθελαν και αυτοί να εκπληρώσουν ένα δικό τους – πιο προσωπικό – όνειρο. Λίγες ημέρες πριν είχε ανακαλυφθεί το πτώμα ενός άντρα σε ένα χαντάκι, το οποίο χρονολογήθηκε στην εποχή της αρχαίας Αθήνας. Μαζί του βρέθηκαν κάποιες σημειώσεις για τον Παρμενίδη. Τώρα ήθελαν να δοκιμάσουν να πάνε πίσω στο χρόνο και να κάνουν αυτό που θα ζήλευαν πολλοί φιλόσοφοι – να μιλήσουν με τον ίδιο το Σωκράτη πρόσωπο με πρόσωπο! «Σίγουρα πιο ευγενής στόχος», σκέφτηκε ο James καθώς ξανάρχισε τώρα να περπατάει προς τη Μηχανή. Η τελευταία είχε μεταφερθεί μυστικά με C-5 στην Ελλάδα και είχε στηθεί σε ένα μέρος κοντά στο χαντάκι που είχε γίνει τις προάλλες η αρχαιολογική ανακάλυψη.
Το σκηνικό ήταν λιτό και τίποτα δεν πρόδιδε τη σημασία της στιγμής. Είχε αγωνία. Με μόνο σύμμαχο ένα μπλοκ σημειώσεων, μπήκε στη μηχανή. Ενεργοποίηση.
Χωρίς τα πολλά εφέ ή χρώματα που φανταζόταν πως θα έβλεπε, βρέθηκε στην αρχαία Αθήνα. Σουρούπωνε. Ο χρυσός αττικός ήλιος έδυε και ξαφνικά μέσα του ο James ηρέμησε. Όλο το άγχος έφυγε. Βρισκόταν στη μέση ενός χωματόδρομου μόνος του. Άκουσε βηματισμούς πίσω του. Κρύφτηκε. Αντιδρώντας ενστικτωδώς, χαμήλωσε το κεφάλι του κάτω από ένα ανάχωμα, χωρίς να ξέρει γιατί. Τρεις άνδρες περπατούσαν προς το μέρος του μιλώντας. Από μακριά άρχισε να κατανοεί την τρομερή του τύχη! Ήταν ο Παρμενίδης με το μαθητή του Ζήνωνα, που είχαν έρθει να επισκεφτούν την Αθήνα. Και ο τρίτος άνδρας, που τώρα φαινόταν νεαρός, ήταν ο Σωκράτης! Πολλοί ιστορικοί είχαν αναφερθεί σε αυτή τη συνάντηση αυτών των γιγάντων του πνεύματος. Και αυτός ήταν αυτόπτης μάρτυρας! Έβγαλε γρήγορα το μπλοκάκι και άρχισε να κρατάει σημειώσεις. Οι άνδρες περπατούσαν αργά και μιλούσαν δυνατά στην έρημη χωμάτινη διαδρομή. Κάτι δεν του άρεσε όμως στην όλη σκηνή. Το αγνόησε. Οι άνδρες τον είχαν πλησιάσει τώρα. Συνέχισε να γράφει μανιωδώς ό,τι άκουγε και τότε το συνειδητοποίησε έντρομος. Την ίδια στιγμή ένα φίδι τον δάγκωσε ξαφνικά στο λαιμό! Ήταν δίπλα του όσο ώρα έγραφε απορροφημένος και δεν το είχε προσέξει. Άρχισε να φτύνει αίμα ενώ το φίδι απομακρυνόταν μέσα στο χαντάκι. Το ίδιο χαντάκι που είχαν ανακαλύψει το νεκρό άντρα με τις σημειώσεις για τον Παρμενίδη! Ένα δάκρυ κύλησε στο μάγουλο του καθώς πέθαινε. Οι άντρες απομακρύνονταν.
Άρχισε να βρέχει. Παχιά λάσπη σιγά σιγά τον κάλυπτε. Τράβηξε τις σημειώσεις του κοντά του και κοιμήθηκε.
Σπύρος Κάκος
Αθηνα, 04/2013